Παρασκευή 6 Δεκεμβρίου 2019

Το κάψιμο του «Οβραίου». Ένα διπλωματικό επεισόδιο στη συνοικία του Ψυρρή


Ήταν Ιανουάριος του 1850, όταν μια μοίρα του Αγγλικού πολεμικού ναυτικού εισήλθε στο λιμάνι του Πειραιά. Αποστολή της ήταν η σύλληψη και η δέσμευση κάθε πλοίου που έφερε την ελληνική σημαία. Τους επόμενους τρεις μήνες, η χώρα, η πρωτεύουσα και το επίνειό της, πέρασαν δύσκολες ημέρες και δοκιμάστηκαν από τον ναυτικό αποκλεισμό και τη νέκρωση του εμπορίου. Οι ελλείψεις σε τρόφιμα και καύσιμη ύλη, διογκώθηκαν λόγω της βαρυχειμωνιάς που ακολούθησε. Τελικά το εμπάργκο έληξε με τη διαιτησία των υπολοίπων Μεγάλων Δυνάμεων. Ποιά, όμως, υπήρξε η αφορμή γι’ αυτήν την αυθαίρετη επέμβαση των Άγγλων, η οποία μείωσε το κύρος και ζημίωσε οικονομικά το νεοσύστατο Ελληνικό Κράτος; Όσο και αν ακούγεται απίστευτο, όλα ξεκίνησαν από την καταστροφή ενός ανδρείκελου, ενός τελετουργικού δρώμενου που ήταν γνωστό στον απλό λαό ως το «κάψιμο του Ιούδα»!
Σε πολλά μέρη της Ελλάδας, είχε επικρατήσει το έθιμο κατά τη Μεγάλη Πέμπτη, Μεγάλη Παρασκευή ή ανήμερα του Πάσχα έπειτα από τον Εσπερινό, να πυρπολείται ένα ανθρώπινο ομοίωμα το οποίο ο λαός αποκαλούσε «Ιούδα» ή «Εβραίο». Η συμβολική διαπόμπευση και θανάτωση του ομοιώματος λειτουργούσε ως αποδιοπομπαίος τράγος και ήταν μια πράξη εκτόνωσης που θα επέτρεπε την επιστροφή στις συμβολικές χειρονομίες αγάπης και συγχώρεσης της περιόδου του Πάσχα. Όπως τονίζει ο καθηγητής Βάλτερ Πούχνερ, «[…] ο συλλογικός χλευασμός δεσμεύει και εκτονώνει τα αρνητικά αισθήματα, που θα μπορούσαν να διαταράξουν την κατάνυξη και την ψυχική καθαρότητα, εκείνη τη γαλήνια ετοιμότητα ν’ ακουστεί το χαρμόσυνο άγγελμα της Ανάστασης, που φέρνει αγαλλίαση για τον θάνατο του θανάτου». (1)
Η σύγχρονη αναβίωση του εθίμου:
το ανδρείκελο του Ιούδα καίγεται στο

κάστρο της Μονεμβασιάς
(φωτ. του συγγραφέα, 2017)
Το ομοίωμα του «Ιούδα», λοιπόν, κατασκευαζόταν από κουρέλια, άχυρα και άλλες εύφλεκτες ύλες, όλα τους προϊόντα ενός μικρού εράνου που γινόταν στις γειτονιές. Στην περίπτωση της Αθήνας, το Μεγάλο Σάββατο η εκκλησάρισσα περιόδευε στη γειτονιά και φώναζε: «Φέρτε ξερόνια για τον Οβραίο». (2) Το ανδρείκελο του «Ιούδα» παραγεμιζόταν με μπαμπακόσπορο, ενώ στα μάτια και στο κεφάλι τοποθετούσαν μπαρούτι ζυμωμένο με νερό. Ύστερα δενόταν με σχοινί και κρεμόταν από τον λαιμό στα κλαδιά ενός ψηλού δέντρου. Στη μορφή του εκδηλωνόταν η αγανάκτηση της λαϊκής ψυχής, για το πιο μισητό πρόσωπο στο δράμα των Παθών του Χριστού. Ακολουθούσε η διαπόμπευση-διακωμώδησή του, η οποία συνοδευόταν από κατάρες και αναθεματισμούς που εκστόμιζε το συγκεντρωμένο πλήθος. Η κλιμάκωση επέρχετο με την πυρπόληση του ομοιώματος, ένα ιδιαίτερα εντυπωσιακό θέαμα, αφού λόγω του μπαρουτιού ξεπηδούσαν μεγάλες πύρινες «γλώσσες» από το στόμα και τα μάτια του. (3)
Έτσι συνηθιζόταν και στη μετεπαναστατική Αθήνα όπου το «κάψιμο του Ιούδα» λάμβανε χώρα κάθε Πάσχα σε διάφορες ενορίες, όπως αυτήν του Αγίου Ιωάννη του «Μαγκούτη», οι οποίες βρίσκονταν σε μεγάλο ανταγωνισμό για το ποιά θα κατασκευάσει το καλύτερο ομοίωμα. (4) Ένα από τα πιο εντυπωσιακά, κατά γενική ομολογία των ιστοριογράφων, κρεμόταν κάθε χρόνο στην πλατεία του Ψυρρή, τη μετέπειτα ονομαζόμενη πλατεία «Ηρώων». (5) Όταν σχολούσε το εκκλησίασμα, το πλήθος και ειδικά η πιτσιρικαρία συναζόταν στον ανοικτό περίβολο γύρω από το μετέωρο ανδρείκελο. Κάποιοι, μάλιστα, έβρισκαν την ευκαιρία να εκτονωθούν, πυροβολώντας εναντίον του με πιστόλες και καριοφίλια. Λίγο πριν τη δύση του ηλίου οι συγκεντρωμένοι πυρπολούσαν το, διάτρητο πια, ομοίωμα του «Ιούδα», ανάμεσα σε αλαλαγμούς και κατάρες ενάντια στον προδότη που προσωποποιούσε. Γρήγορα ο ενθουσιασμός του πλήθους έφτανε στα όρια παροξυσμού και οι πυροβολισμοί εντείνονταν. Όπως ήταν επόμενο, στο τέλος της ημέρας υπήρχαν, όχι μόνο δεκάδες τραυματίες, αλλά ακόμη ακρωτηριασμένοι ή νεκροί! (6)
Ο Άγιος Αθανάσιος στην κεντρική πλατεία του Ψυρρή (Stademann, 1835)

Τη Μεγάλη Παρασκευή του έτους 1849 (κατά τον Αλέξανδρο Ραγκαβή του 1848 και κατά Θ. Κοζύρη του 1847), η Οθωνική Κυβέρνηση θέλοντας να καταργήσει αυτόν τον «χυδαίο», οπισθοδρομικό και φονικό εορτασμό, επέβαλλε με αστυνομικά μέτρα την απαγόρευσή του. Έχει υποστηριχτεί ότι ο βασικότερος λόγος αυτής της απόφασης ήταν η επίσκεψη στην Αθήνα του Γερμανό-Εβραίου τραπεζίτη James Mayer Rothschild, προκειμένου να χορηγηθεί δάνειο στην ελληνική κυβέρνηση. Η αστυνομική παρέμβαση προκάλεσε έξαρση θρησκευτικού φανατισμού, αφού το έθιμο εξέφραζε μια εκδήλωση μαζικής δυσαρέσκειας ενός διαχρονικά υποβόσκοντα αντισημιτισμού. Οι ανυπόμονοι Αθηναίοι εξαγριώθηκαν διότι, σύμφωνα με φήμες που κυκλοφόρησαν, οι Εβραίοι της πόλης είχαν ζητήσει την παρεμπόδιση αυτής της εθιμικής συμπεριφοράς. Το πλήθος σκεφτόμενο συνειρμικά συγκέντρωσε την οργή του ενάντια στο πιο εύκαιρο θύμα, τον εβραϊκής καταγωγής Δαβίδ Πατσίφικο, ο οποίος διέμενε στη σημερινή οδό Καραϊσκάκη. Λόγω των τοκογλυφικών δραστηριοτήτων του, σίγουρα ο Πατσίφικο δεν υπήρξε ποτέ ιδιαίτερα δημοφιλής στην κοινωνία των Αθηνών. Όμως οι διαδόσεις πως αγόρασε το ομοίωμα από τον κατασκευαστή του για να μην καεί ή ότι την ημέρα της Μεγάλης Παρασκευής σταύρωσε τάχα έναν κόκορα προς εμπαιγμό της χριστιανικής θρησκείας, μάλλον τον αδικούν. Μάλιστα ο στρατηγός Μακρυγιάννης γράφει στα απομνημονεύματά του, ότι τα επεισόδια υποκινήθηκαν από μπράβους του Κωλέττη, του Τζαβέλα και του Κυργιακού. (7)
Βασιζόμενοι σε αυτές τις αφελείς προφάσεις και σαν να αποζητούσαν την κυριολεκτική πραγμάτωση του καψίματος του «Ιούδα», άντρες, γυναίκες και παιδιά, λιθοβόλησαν, εισέβαλλαν και πλιατσικολόγησαν άγρια την οικία του Πατσίφικο, η πυρπόληση της οποίας αποφεύχθηκε χάρη στην έγκαιρη επέμβαση κάποιων ψυχραιμότερων ιερέων και της αστυνομίας που συνέλαβε κάποιους από τους ταραξίες. Ο ίδιος ο Πατσίφικο γλίτωσε το λιντσάρισμα από τον όχλο, πηδώντας από στέγη σε στέγη και διασχίζοντας τις αυλές των γειτονικών σπιτιών. (8)
Η οικία του Δον Πατσίφικο (Αγγελομάτης, 2007)

Το δυστύχημα ήταν ότι ο Πατσίφικο, μια τυχοδιωκτική προσωπικότητα που είχε αλλάξει τρεις φορές υπηκοότητα, είχε τελικά κατορθώσει να αναγνωριστεί ως Άγγλος. Έτσι, η Μεγάλη Βρετανία έθεσε τον Πατσίφικο προστατευόμενό της και χρησιμοποίησε πρόθυμα ως πρόφαση τη λεηλασία της οικίας του για να προβεί στον προαναφερθέντα ναυτικό αποκλεισμό του Πειραιά. Ωστόσο, τα πραγματικά αίτια της παρέμβασης είχαν να κάνουν με εδαφικά ζητήματα στη νησιωτική Ελλάδα και με την εν γένει γαλλόφιλη πολιτική που ακολουθούσε ο πρωθυπουργός Ιωάννης Κωλέττης. (9) Όπως ήταν επόμενο, ο καιροσκόπος Πατσίφικο διαβλέποντας την ευκαιρία για εύκολο πλουτισμό, αξίωσε μια υπέρογκη αποζημίωση από το Ελληνικό Κράτος η οποία υπερέβαινε στο πολλαπλάσιο τις ζημιές της οικίας του και την πενιχρή αξία των ευτελών επίπλων και οικοσκευών του. Τελικά, παρά τις εξωφρενικές απαιτήσεις του, το χρέος μειώθηκε κατά πολύ και επήλθε συμβιβασμός. Το χειρότερο όμως ήταν ότι το μεμονωμένο αυτό περιστατικό επέφερε τεράστιες οικονομικές συνέπειες για την, πάντα εξαρτώμενη από τις Μεγάλες Δυνάμεις, Ελλάδα. Πάντως, παρά τα έκτροπα και τις σκληρές κυρώσεις, αυτό το «βάρβαρο έθιμο» όπως είχε χαρακτηριστεί, εξακολούθησε να τελείται στις γραφικές συνοικίες των Αθηνών. Έχει γραφτεί πως το ομοίωμα του... πιο διάσημου προδότη της ιστορίας κάηκε για τελευταία φορά στην πρωτεύουσα το 1886. (10)

Βαγγέλης Ζήσης

Σημειώσεις:

(1) Πούχνερ Βάλτερ, «Συγκριτική Λαογραφία. Έθιμα και τραγούδια της Μεσογείου και της Βαλκανικής», τόμος Α΄, σελ. 24, εκδ. Αρμός (2009).
 (2) Μαριάνα Καμπούρογλου, «Εθνογραφικά», στο: «Εβδομάς», αριθμός 6ος, σελ. 48, εκδ. Δημήτριος Καμπούρογλου (4 Μαρτίου 1884), Καμπούρογλου Δημήτρης, «Ιστορία των Αθηναίων», τόμος Γ΄, σελ. 228, εκδ. Παλμός, 1995 (1896).
(3) Για το κάψιμο του Ιούδα ανά την Ελλάδα, δες: Μέγας Γεώργιος, «Ζητήματα ελληνικής λαογραφίας», στο: «Επετηρίς του Λαογραφικού Αρχείου», σελ. 47, εκδ. Ακαδημία Αθηνών (1945-1949), Μέγας Γεώργιος, «Ελληνικές γιορτές και έθιμα της λαϊκής λατρείας», σελ. 192-193, 196, 213-214, εκδ. Εστίας, 2005 (1956), Σιέττος Γιώργος, «Έθιμα στις γιορτές», σελ. 463-466, χωρίς εκδότη (1975).
(4) Καμπούρογλου Δημήτρης, «Αι παλαιαί Αθήναι», σελ. 185, εκδ. Διονυσίου Νότη Καραβία, 1998 (1922), Καζαντζής Κώστας, «Το Πάσχα στην παληά Αθήνα», στο: «Αθηναϊκά», τεύχος 27ο, σελ. 47, εκδ. Σύλλογος Αθηναίων (Πάσχα 1964).
(5) Κατά τον Αγγελομάτη, το θέατρο όσων ακολούθησαν ήταν η πλατεία των Αγίων Ασωμάτων στο Θησείο. Δες: Αγγελομάτης Χρήστος, «Η απελευθέρωση των Αθηνών. Ο Μεντρεσές και οι αναμνήσεις του», σελ. 203, εκδ. Μικρός Ρωμηός (2007)
(6) Άννινος Μπάμπης, «Αι Αθήναι του 1850. Εντυπώσεις δύο Γάλλων περιηγητών», σελ. 72-74, εκδ. Εκάτη, 2006 (1971).
(7) Finlay George, «Ιστορία της ελληνικής Επαναστάσεως», τόμος Β΄, σελ. 308, εκδ. Ο Κόσμος (1954), Μακρυγιάννης Ιωάννης, «Μακρυγιάννη απομνημονεύματα», σελ. 531-532, εκδ. Καραβία (χ.χ.).
(8) Δραγούμης Νικόλαος, «Ιστορικαί αναμνήσεις», σελ. 331-333, χωρίς εκδότη (1874), Ραγκαβής Αλέξανδρος, «Απομνημονεύματα», τόμος Β΄, σελ. 166-167, εκδ. Γεώργιος Κασδόνης & Πυρσός (1895), Τσοκόπουλος Γεώργιος, «Η βασίλισσα Αμαλία», σελ. 150, εκδ. Χαϊδόπουλος (1904), Άννινος Μπάμπης, «Ιστορικά σημειώματα», σελ. 408, εκδ. Ιστορική Βιβλιοθήκη (1925), Αγγελομάτης Χρήστος, «Η απελευθέρωση των Αθηνών. Ο Μεντρεσές και οι αναμνήσεις του», σελ. 203-205, εκδ. Μικρός Ρωμηός (2007).
(9) Κοζύρης Θ., «Λεπτομέρειαι τινές επί του επεισοδίου Δον Πατσίφικο», στο: «Αθηναϊκά», τεύχος 13ο, σελ. 11-13, εκδ. Σύλλογος των Αθηναίων (Σεπτέμβριος 1959), Χριστόπουλος Γεώργιος & Μπαστιάς Ιωάννης (επιμ.), «Ιστορία του ελληνικού έθνους. Νεώτερος ελληνισμός από το 1833 ως 1881», τόμος 13ος, σελ. 137-138, εκδ. Εκδοτική Αθηνών (1977).
(10) Γιοχαλάς Θανάσης & Καφετζάκη Τόνια, «Αθήνα. Ιχνηλατώντας την πόλη με οδηγό την ιστορία και τη λογοτεχνία», σελ. 118, εκδ. Εστία (2013).




Το παρόν κείμενο αποτελεί απόσπασμα από το βιβλίο του Βαγγέλη Ζήση, «Η μαγική τοπογραφία των Αθηνών»